Συγκλονίζει η Πωλίνα Μητσιμπόνα: «Όλοι σε ένα κουτί καταλήγουμε» (vids)
Ο ποδοσφαιριστής Γιώργος Μητσιμπόνας «έφυγε» από την ζωή στις 13 Σεπτεμβρίου του 1997, μετά από τροχαίο δυστύχημα σε ηλικία 35 ετών.
Πώς είχε συμβεί το δυστύχημα
Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1997 λίγο πριν τις 2 το μεσημέρι και ενώ κατευθυνόταν μαζί με τον φίλο του και δημοσιογράφο Νίκο Μίχο προς την Κοζάνη όπου ο Τύρναβος θα έδινε φιλικό αγώνα προετοιμασίας με την τοπική ομάδα, Φ.Σ. Κοζάνη, το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο ίδιος συγκρούστηκε πλαγιομετωπικά με ημιφορτηγό στο ύψος του χωριού Γιάννουλη, 4,5 χιλιόμετρα από την Λάρισα. Ο Μητσιμπόνας τραυματίστηκε σοβαρά και διακομίστηκε στο νοσοκομείο της Λάρισας όπου και άφησε την τελευταία του πνοή. Επίσημα, αίτια θανάτου σύμφωνα με τον διευθυντή της κλινικής, κ. Αγορογιάννη, τα πολλαπλά κατάγματα και η ακατάσχετη εσωτερική αιμορραγία. Η κηδεία του έγινε την επόμενη μέρα σε βαρύ κλίμα στο Νέο Κοιμητήριο Λάρισας παρουσία πλήθους κόσμου.
Πωλίνα Μητσιμπόνα: «Όλοι σε ένα κουτί καταλήγουμε»
Η κόρη του, Πωλίνα Μητσιμπόνα, 27 χρόνια μετά έκανε μια ανάρτηση για τον θάνατο του πατέρα της και αναφέρεται στα όσα έζησε από την στιγμή που έμαθαν το τραγικό νέο, θέλοντας να περάσει το δικό της μήνυμα για το πόσο μικρή είναι η ζωή και πως τίποτα δεν είναι δεδομένο.
«Θα σου πω μια ιστορία για μένα που δεν ξέρω αν έχεις το στομάχι να την αντέξεις.. Μικρούλα λοιπόν τέτοια μέρα πριν 27 χρόνια έπαιζα με την αδερφή μου όταν μας φώναξε η μαμά να πάμε στο νοσοκομείο γιατί «χτύπησε ο μπαμπάς».. φτάνοντας όμως εκεί τα πράγματα άλλαξαν… κλάματα, φωνές και εγώ να μην καταλαβαίνω γιατί;
Γιατί σέρνουν την μαμά; Γιατί κλαίει; Στο πόδι δεν χτύπησε ο μπαμπάς; Γιατί φωνάζει γυρνάει πίσω;
Από κει και πέρα κενό.
Πάρτε τα παιδιά απ’ το σπίτι έλεγαν. Όχι δεν φεύγω απ’ τη μαμά.. γιατί τόσος κόσμος μαζεμένος στο σπίτι μας; Γιατί έφυγαν τα έπιπλα από το σαλόνι; Που πήγε ο μπαμπάς;
Και μετά.. τον είδα.. όσα χρόνια και να περάσουν αυτή την εικόνα δεν θα την ξεχάσω ποτέ.. όχι εκεί μέσα ο μπαμπάς μου.. τι κάνει εκεί; Κοιμάται; Θα ξυπνήσει ; Δε γίνεται να μην ξυπνήσει… είναι ο μπαμπάς μου! Ο δυνατός .. ο ήρωας μου..
Μου χαμογέλασε.. το είδα πως μου χαμογέλασε… Από τότε λοιπόν η μικρή Πόλα.. έτσι με έλεγε ο μπαμπάς μου.. δεν έπαιζε πλέον στη γειτονιά τα απογεύματα αλλα πήγαινε στο κοιμητήριο.. κάθε απόγευμα μέχρι το βράδυ.. εκει τις γιορτές, εκει πάντα.. 2-3 φορές μας έκλεισαν και μέσα γιατί δεν καταλαβαίναμε πως περνούσε η ώρα.. ναι.. μικρό παιδάκι ήμουν εκεί που φοβάσαι να πας μεγάλος.. νύχτα. Με καντηλακια αναμμένα και τζαμάκια να τρίζουν. Από τότε λοιπόν είδα πολλά όπως καταλαβαίνεις.. είδα που καταλήγουμε.. σε ένα κουτί. Ό,τι ύψος και να έχεις καταλήγεις σε ένα κουτί! Απίστευτο; Ναι..
Συγγνώμη αν σου χάλασα τη διάθεση αλλα ήθελα να σου πω πως τίποτα δεν είναι δεδομένο. Αν είσαι τυχερός και δεν έχεις χάσει ποτέ κανέναν σε ζηλεύω.. είναι το μόνο πράγμα που ζηλεύω στη ζωή μου… δεν πέρασα όμορφα παιδικά χρόνια αλλα τουλάχιστον κατάλαβα πως πρέπει να εκτιμάω το κάθε τι.. πως τα χρήματα δεν γυρίζουν πίσω έναν άνθρωπο και πως πρέπει να λέμε κάθε μέρα, κάθε στιγμή στους ανθρώπους μας.. πως τους αγαπάμε.. πριν γίνουν φωτογραφίες ..ή γίνουμε εμείς».
Ποιος ήταν ο Γιώργος Μητσιμπόνας
Ο Γιώργος Μητσιμπόνας (11 Νοεμβρίου 1962 – 13 Σεπτεμβρίου 1997) ήταν διεθνής Έλληνας ποδοσφαιριστής.
Ο Μητσιμπόνας ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα από την ομάδα της γενέτειράς του, τον Οικονόμο Τσαριτσάνης όπου αγωνιζόταν στη θέση του σέντερ φορ, πριν τον ξεχωρίσει γρήγορα η Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Λάρισας και γίνει βασικό στέλεχος της μικτής ομάδας ΈΠΣΛ, με τη φανέλα της οποίας αγωνίστηκε και στο εξωτερικό σε ηλικία μόλις 17 ετών το 1979.
Tο 1981 μεταγράφηκε στην Α.Ε.Λ. μετά από σκληρές και περιπετειώδεις διαβουλεύσεις επί διοικήσεως Σίμου Παλαιοχωρλίδη, όντας επιλογή του τότε προπονητή της ομάδας Αντώνη Γεωργιάδη. Το βάπτισμα του πυρός με τους «βυσσινί», θα έπαιρνε σε θέση σέντερ φορ στις 10 Ιανουαρίου του 1982 στα Γιάννινα με αντίπαλο τον τοπικό ΠΑΣ Γιάννινα. Eναν μήνα αργότερα στις 7 Φεβρουαρίου 1982, το παρθενικό του γκολ στην Α΄ Εθνική θα χάριζε στην ομάδα του την εκτός έδρας νίκη επί της Ρόδου (0-1). Κατά την πρώτη του χρονιά στους «βυσσινί» πέτυχε 3 τέρματα σε 15 αγώνες.
Την επόμενη περίοδο ο Γιάτσεκ Γκμοχ τον καθιέρωσε στη θέση του κεντρικού αμυντικού. Οι καλές εμφανίσεις του είχαν ως φυσικό επακόλουθο την κλήση του το 1984 στην Εθνική Ελλάδος. Όντας επί σειρά ετών αναντικατάστατο στέλεχος αλλά και αρχηγός της Λάρισας συνέβαλε τα μέγιστα στις μεγάλες επιτυχίες του συλλόγου τη δεκαετία του 1980 ήτοι φιναλίστ κυπέλλου τις περιόδους 1981-82 και 1983-84, δεύτερη θέση την περίοδο 1982-83 και φυσικά την κατάκτηση του κυπέλλου το 1985 με θρίαμβο επί του τότε πρωταθλητή ΠΑΟΚ με 4-1 (την ίδια χρονιά η Α.Ε.Λ. έφτασε μέχρι τα προημιτελικά του κυπέλλου Κυπελλούχων) αλλά και την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1988, που αποτελεί τη μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του, ως αρχηγός της ομάδας, καθώς ο τίτλος εξασφαλίστηκε με δικό του εναέριο τέρμα στο 87′ (εκείνη την περίοδο σκόραρε άλλες 7 φορές) στην εντός έδρας αναμέτρηση με τον Ηρακλή, την Πρωτομαγιά του 1988, στο πλαίσιο της 29ης αγωνιστικής.
Το καλοκαίρι του 1989 αποχώρησε από τη Λάρισα Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις αρκετών ημερών υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με τον ΠΑΟΚ του Θωμά Βουλινού να πληρώνει ένα ποσό κοντά στα 90 εκατομμύρια δραχμές: 70 δόθηκαν στη Λάρισα και 20 στον παίκτη (η ακριβότερη ως τότε μεταγραφή της ιστορίας του ΠΑΟΚ). Στον «δικέφαλο του Βορρά» αγωνίστηκε για τρία χρόνια μετρώντας 95 συμμετοχές και 3 γκολ. Έλαβε μάλιστα μέρος και στους διπλούς τελικούς του κυπέλλου το 1992 κόντρα στον Ολυμπιακό που βρήκαν νικητές και τροπαιούχους τους «ερυθρόλευκους» (1-1 ο πρώτος αγώνας στην Τούμπα και 2-0 για τον Ολυμπιακό στον επαναληπτικό).
Το καλοκαίρι του 1992 αποχώρησε από τον ΠΑΟΚ και μεταπήδησε στον Ολυμπιακό, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια μετρώντας 51 συμμετοχές και 9 τέρματα σε αγώνες πρωταθλήματος. Πανηγύρισε την κατάκτηση του Σούπερ Καπ του 1992 ενώ συμμετείχε και στον χαμένο τελικό του 1993 κόντρα στον Παναθηναϊκό που βρήκε νικητές τους «πράσινους» με 1-0.
Το καλοκαίρι του 1994 επέστρεψε στη Λάρισα, την ομάδα με την οποία καθιερώθηκε στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Κατά τη δεύτερη θητεία του αγωνίστηκε σε 56 αγώνες και σκόραρε 7 φορές, δεν κατάφερε όμως μαζί με τους συμπαίκτες του να αποτρέψουν τον υποβιβασμό του συλλόγου στην Β’ Εθνική το 1996. Μετά τον υποβιβασμό της θεσσαλικής ομάδας αποχώρησε οριστικά από τον σύλλογο, μετά από εισήγηση του τότε προπονητή της ΑΕΛ, Γιώργου Φοιρού, αν και ο ίδιος ως αρχηγός της ομάδας είχε εκφράσει την επιθυμία να την ακολουθήσει στη Β’ Εθνική. Σε 10 συνολικά χρονιές στους «βυσσινί» είχε 344 συμμετοχές και 38 γκολ συνολικά.
Το 1996 δέχτηκε πρόταση από την Ανόρθωση ομως προτίμησε να παραμείνει οικογενειακως στη Λάρισα. Επόμενος και τελευταίος σταθμός της καριέρας του ήταν η Α.Ε. Τυρνάβου στην οποία επίσης ηταν ο αρχηγός και η Γ’ Εθνική όπου είχε προπονητή τον πρώην συμπαίκτη του στη Λάρισα, Νίκο Αργυρούλη. Την περίοδο 1996-97 είχε 29 συμμετοχές και 8 γκολ βοηθώντας τη θεσσαλική ομάδα να φτάσει στην 4η θέση του Βορείου Ομίλου της Γ’ Εθνικής.